(Επί τη εκκλήσει του ΓΑΠ στον Ομπάμα να επισκεφθεί τον πατριάρχη)
“Τρώγω πίνω ψάλλω με ευθυμίαν
αφού το ράσον τούτο φόρεσα
πλέον ζυγόν τινά δεν γνώρισα.
Δύο ποθώ ναι μα τας εικόνας
άσπρα πολλά και καλάς κοκκώνας.
Περί της Ελλάδος που λέτε
δεν με μέλλει κι ας τυραννιέται…“
(Από το ποίημα “Ρωσοαγγλογάλλος”, που ο Κορδάτος το αποδίδει στο Ρήγα).
Γράμμα από το Ληξούρι: Αναγνώστης Λασκαράτος
Ο πρώτος μετά την Άλωση εγκάθετος του Πορθητή πατριάρχης Γεννάδιος (εικ.1&2), εξευτελίστηκε όταν μια ερωμένη του, χολωμένη που την παράτησε, πήγαινε κάτω από το πατριαρχείο και τον ξεμπρόστιαζε με φωνές. Ο Σουλτάνος δεν ανέχθηκε τη διαπόμπευση ενός ανώτατου αξιωματούχου και τον απέλυσε [Δωρόθεος Μονεμβασίας «Σύνοψις Ιστοριών»-1805, Μ.Γεδεών «Πατριαρχικοί πίνακες» (1890-96) σ.472] για τρίτη και τελευταία φορά. Ο Μ. Μαλαξός στην πατριαρχική ιστορία του αναφέρει: «Και από τα πολλά και μεγάλα σκάνδαλα όπου ήσαν…έκαμε παραίτησιν». Δεν ήταν όμως έτσι ήπιες οι επόμενες απομακρύνσεις πατριαρχών. Η ενσωμάτωση του πατριαρχείου στο φορολογικό μηχανισμό του κράτους, οδήγησε την πατριαρχική εκλογή σε πλειοδοτικό διαγωνισμό. Οι συνεχείς εξευτελιστικές διαδικασίες που ονομάστηκαν αλλαξοπατριαρχίες, γέμιζαν τα ταμεία του Πατισάχ, καθιστούσαν την παραμονή των φιλόδοξων πατριαρχών στον θρόνο παλινδρομική, με ποικίλη περιοδικότητα και άδειαζαν τις τσέπες των πιστών, αφού το κόστος της εκλογής μετακυλιόταν από τους μεγαλομανείς καλόγερους, στο φορολογούμενο λαό, ενώ παράλληλα αδίστακτοι καλόγεροι περιφερόντουσαν σε Ζητείες κουβαλώντας βδελυρά λείψανα και οι αθεόφοβοι πατριάρχες τύπωναν συγχωροχάρτια (εικ. 8 ) για πώληση.
Ο ίδιος ο σοφός πατριαρχικός ερευνητής Μ.Γεδεών, αναγκάζεται από αυτά που ανακαλύπτει αναδιφώντας τα πατριαρχικά αρχεία, να ξεστομίσει πως κάποιοι πατριάρχες της περιόδου αυτής ήταν «άθεοι» («Λυκαυγές πνευματικής κινήσεως παρ’ημίν», 1700-1730», Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών 5-1930). Από κοντά οι μητροπολίτες, οι παραδουνάβιοι Φαναριώτες ηγεμόνες, οι μεγάλοι διερμηνείς και δραγουμάνοι του στόλου, συμπλήρωναν το ζοφερό βυζαντινό σκηνικό στην αυλή του Σουλτάνου. Ο «ενδοξότατος» Μ. Λογοθέτης του πατριαρχείου και Μ.Διερμηνέας της Πύλης Α. Μαυροκορδάτος, είχε «αρπαλίκι…να παίρνει το εισόδημα» την μητρόπολη της Αδριανούπολης και καταλήστευε τους Μυκονιάτες, παίρνοντας «κεφαλοχάρατζα», γενήματα και κρασιά και αναγκάζοντας τους νησιώτες να του «προσκλαύσωσι» για την φτώχεια τους (Ε.Κούκκου Κούκκου “Θεσμοί και προνόμια του Ελληνισμού μετά την άλωση”. Β΄έκδοση. Α.Ν.Σάκκουλα, 1988).
Θα ήταν άδικο να καταλογίσει κανείς στην τουρκική ηγεσία το χάλι αυτό. Οι καλόγεροι που ορέγονταν τον πατριαρχικό θώκο, συνωμοτούσαν με βεζίρηδες, δυτικούς πρεσβευτές, χανούμισες και βαλιδέ σουλτάνες, για τη φυσική εξόντωση των αντιπάλων χρεωκοπόντας ταυτόχρονα και τα ιερά ταμεία. Ο βοτανολόγος Pitton de Tournefort (1700) σημειώνει πως είναι θλιβερό να βλέπει κανείς τον αρχηγό της Εκκλησίας να διορίζεται από το Σουλτάνο, αλλά “..οι ίδιοι οι Έλληνες δημιούργησαν αυτή την κατάσταση”……είναι δημιουργοί αυτής της απέχθειας…Πρώτοι οι Έλληνες έθεσαν το Πατριαρχείο σε πλειστηριασμό, χωρίς να περιμένουν…το θάνατο του αρχιερέα τους” (Μτφρ. Γ.Γεωργαμλής. “Ιστορικά-Ελευθεροτυπίας”, 7-8-’03) Η κακή αρχή έγινε όταν οι ορθόδοξοι πρόκριτοι της Τραπεζούντας, θέλησαν το 1466 να εκθρονίσουν τον πατριάρχη Μάρκο για να βάλουν στην θέση του τον συμπατριώτη τους Συμεώνα, πράγμα που πέτυχαν δίνοντας στο Σουλτάνο “χίλια φλωρία” (Μ.Μαλαξού “Πατριαρχική Ιστορία”). Η όρεξη του τύραννου άνοιξε και η ταρίφα για τον διάδοχο του Συμεώνα Διονύσιο Α΄, διπλασιάστηκε.
Η ιστορία της διαδοχής από το 1463 μέχρι το 1513, όπως την περιγράφει ο Αθ. Υψηλάντης μιλάει από μόνη της. Η 50ετία αυτή δεν είναι η χειρότερη. Όποιος μελετήσει τις επόμενες θα φρίξει περισσότερο. Για παράδειγμα όπως γράφει ο Δωρόθεος Μονεμβασίας στο “Βιβλίον Ιστορικόν…” (1631), για τα τέλη του 16ου αιώνα “ηταν γουν τα χρέη πολλά, διότι όσαις εξόδαις έκαμεν ο Παχώμιος, ο Θεόληπτος, ο Νικηφόρος, ο Ιερεμίας έγιναν ογδοήντα φορτώματα…” (Π. Κονόρτα “Η οθωμανική κρίση…”). Ο Ματθαίος Β΄ (1595-1603) πατριάρχευσε 3 φορές, τις δυο από αυτές από 20 και 17 ημέρες. Ο Κύριλλος Β΄ (17ος αι.) δυο φορές, την πρώτη για 7 ημέρες.
Ανεβαίνει στον θρόνο ο Σωφρόνιος. Ανατρέπεται σ’ έναν χρόνο από συνωμοσίες κληρικών και τον διαδέχεται ο Ιωάσαφ, που μη αντέχοντας τους δεσποτικούς καυγάδες κάνει απόπειρα αυτοκτονίας πέφτοντας σε πηγάδι. Σώζεται και εκδιώκεται ύστερα από δολοπλοκίες του λόγιου Αμοιρούτζη το 1472, για να τον διαδεχθεί ο Μάρκος. Σε λιγότερο από χρόνο, παίρνει δρόμο προπηλακιζόμενος αφού ο καλόγερος Συμεών πλήρωσε στο Σουλτάνο χίλια χρυσά νομίσματα. Ο Μάρκος όμως δεν τό έβαλε κάτω και συνωμοτούσε. Τότε η Σουλτάνα, θέλοντας να προωθήσει το φίλο της Διονύσιο της Φιλιππούπολης, πλήρωσε 2.000 φλουριά και ο Συμεών έπεσε. Ο Μάρκος βολεύτηκε στην επισκοπή Αχριδών και ο Διονύσιος ανέβηκε στον θρόνο, αλλά οι αντίπαλοί του τον αποκαλούσαν περιτμημένο κατηγορώντας τον πως οργιάζει στο χαρέμι. Αναγκάστηκε λοιπόν να επιδείξει μέσα στην Σύνοδο την ακροποσθία του (όπως είχε κάνει και ο βυζαντινός προκάτοχός του Μεθόδιος), που όμως δεν εκτιμήθηκε δεόντως και αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Ο Συμεών ξαναπήρε το θρόνο πληρώνοντας 2.000 χρυσά. Η χαρά του δεν κράτησε πολύ, αφού οι εχθροί του τον κυνήγησαν για να ανεβάσουν τον Σέρβο Ραφαήλ, που την Μ.Πέμπτη, ενώ χοροστατούσε στην ακολουθία των Παθών, η αιθανόλη τον πρόδωσε. Μεθυσμένος καθώς ήταν, άφησε να του πέσει η ράβδος από το χέρι και να συντριβεί. Παρέμεινε πατριάρχης, μέχρις ότου αδυνατώντας να πληρώσει τα 2.000 φλουριά φυλακίζεται. Τον άφηναν όμως κουρελή και αλυσοδεμένο να βγαίνει στους δρόμους για να ζητιανεύει μήπως και συγκεντρώσει τα χρωστούμενα. Ο διάδοχος Μάξιμος άντεξε έξη χρόνια αλλά διώχθηκε κάτω από την γενική κατακραυγή. Ξανανέβηκε ο Νήφων που είχε διωχθεί παλιότερα αλλά σε λιγότερο από χρόνο, έφυγε χωμένος μέχρι το λαιμό στα σκάνδαλα. Το 1506 ανέβηκε ο Ιωακείμ, που έπεσε το 1511, οπότε ήλθε ο Παχώμιος. Οι οπαδοί του Ιωακείμ μάζεψαν 4.000 φλουριά και με διαταγή του Σουλτάνου ξαναγύρισε στον θρόνο.
Ο Κ. Παπαρηγόπουλος επισημαίνει: “Το βέβαιον είναι ότι εν διάστημα 77 ετών (1623-1700) εγένοντο 50 περίπου αλλαξοπατριαρχίαι…..κατέστησαν την τε παραχώρησιν και την ενάσκησιν όλων των ιερατικών αξιωμάτων αντικείμενον θλιβεροτάτης εμπορίας….Τοιουτοτρόπως εξευτελίσθη…η εκκλησία ημών …και….δια τας αμαρτίας των ιδίων αυτής λειτουργών“. Ο Φωτάκος γράφει: “...οι αρχιερείς του Πατριαρχείου αγόραζαν τας τοιαύτας επισκοπάς ακριβά και δια βίου” κι όταν πέθαιναν “…πάλιν ο Πατριάρχης επώλει την Επισκοπήν εις άλλον νέον αρχιερέα και το εμπόριον τούτο εγίνετο δια πολλών χαμερπών μέσων…” Ο Πιπινέλης διαπιστώνει: “Το Πατριαρχείον υπό την κραιπαλώδη αυτήν διαχείρησιν περιέπεσε ταχέως εις χρεωκοπίαν…οι εν Κωνσταντινουπόλει ευρισκόμενοι αρχιερείς εσύροντο στα δικαστήρια υπό των δανειστών των…οι μητροπολίται αναλαμβάνοντες μέρη των χρεών των Πατριαρχείων κατ’ανάγκην ήγοντο εις αύξησιν των εισπράξεών των, τόσον εκ των εκκλησιαστικών αυτών ποιμνίων, όσον και των εις τα κτήματα αυτών εργαζομένων χωρικών. Οι χωρικοί φυσικώς εδυσφόρουν…επροκαλούντο συχνά…στάσεις. Τότε οι μητροπολίται κατέφευγον εις την Τουρκικήν εξουσίαν δια να λάβωσι την βοήθειάν της εναντίον των χωρικών“. Ο Κορδάτος είναι σαφέστατος: “...γύρω στον Πατριαρχικό θρόνο …μαζεύτηκε μια συμμορία καλοθρεμένων και χρυσοφορεμένων καλόγερων, που μετέβαλε το Πατριαρχικό αξίωμα σε χρηματιστήριο αξιωμάτων…το Πατριαρχείον…είναι ιστορημένον ότι είχε τους καλύτερους επιβήτορες…αλλά και οι κρασοπατέρες είχαν επαξίως αντιπροσωπευθή στον Πατριαρχικό θρόνο“.
Ο κ. Γιώργος Μεταλληνός στο πόνημά του “Η Ορθοδοξία στην Τουρκοκρατία”, αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι να αναφερθεί στο θέμα. Το ήθος της θρησκευτικής ηγεσίας, αναπαράχθηκε από τους Φαναριώτες αυλικούς της οι οποίοι εξαγόραζαν το αξίωμα του βοεβόδα Μολδαβίας και Βλαχίας, παρ’όλο που εγνώριζαν ότι η εμφάνιση νέου πλειοδότη θα τους εκθρόνιζε ή και θα τους έστελνε στον τάφο. “….μάταιοι και φίλαυτοι μέχρι γελοίου….συκοφαντεί τον πατέρα ο υιός και τον αδελφόν ο αδελφός…ίνα καταλάβη το αξίωμα». Αυτά γράφει ο Ουϊλιαμ Ήτον και τα αναφέρει ο Θερειανός στον «Αδαμάντιο Κοραή» του. Ο Άμερικανός στρατιωτικός παραθέτει και το ανέκδοτο της μητέρας του αποκεφαλισμένου ηγεμόνα Γκίκα, η οποία άφησε εμβρόντητη κυρία που πήγε να τη συλλυπηθεί: «Ώφειλον…να επιθυμίσω όπως ίδω τον υιόν μου αποθνήσκοντα ως οι κοινοί των ανθρώπων;». Η δίψα για εξουσία και χρήμα, η ειδική τελετή στέψης τους που γινόταν στο πατριαρχείο, η φαντασίωση πως ο Ρωμιός τοποτηρητής του Σουλτάνου, χορηγός της Εκκλησίας και λήσταρχος των ταλαίπωρων παραδουνάβιων πληθυσμών, ήταν σύμφωνα με κάποιον ψωμοζήτη αυλκόλακα πατριάρχη Αλεξανδρείας ο «τόπον και τύπον επέχων των ορθοδοξάτων και αγίων βασιλέων», βοηθούσαν να ξεπεραστούν οι δισταγμοί. Η διαστροφή σατιρίζεται από στιχουργό της εποχής που θέλει Φαναριώτισα μάνα να λέει: «Ας δω τον γυιό μου Βλάχ-μπέη, κι ο Τούρκος ας τον κόψει». Άλλωστε η έκπτωση από το ηγεμονικό αξίωμα αν δεν συνοδευόταν από αποκεφαλισμό, δεν σήμαινε και απόλυτη καταστροφή. Ο πρώην σατράπης ζούσε τοκίζοντας τα τεράστια κεφάλαια που είχε αποκτήσει, βυσσοδομούσε για την επιστροφή του και αν είχε δημευθεί η περιουσία του, το πατριαρχείο ανελάμβανε τη συντήρησή του ανταποδίδοντας τις ευεργεσίες του και ευελπιστώντας σε παλινόρθωση (Χ.Γ.Πατρινέλη, Οι Φαναριώτες πριν από το 1821, από την τρίτη επιστημονική ημερίδα της Εταιρεία Μελέτης της καθ’ημάς Ανατολής Αθ. 2002).
Για όσους δεν υπήρχαν θέσεις στη λεηλατημένη Μολδοβλαχία, άνοιγε η ίδια η Υψηλή Πύλη. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Μέγας Αγορητής της Μ. Εκκλησίας και διευθυντής της πατριαρχικής Ακαδημίας από 24 ετών, διορίστηκε το 1698 από το Σουλτάνο ως η «Εκλαμπροτάτη Υψηλότης», ο Πρίγκηπας, Φύλακας των Μυστικών και Αρχιγραμματέας του Σουλτάνου. Ο M.Ph.Zallony, γιατρός πασάδων και οσποδάρων διηγείται συνομιλία του με τον εξόριστο το 1802 στη Ρόδο ηγεμόνα Αλ.Σούτσο που του εκμυστηρεύτηκε: «…αυθέντης Φαναριώτης άνευ φιλοδοξίας και άνευ ραδιουργιών, ομοιάζει προς …φιλάρεσκον γυναίκα άνευ απαιτήσεων ή ιερέα άνευ υποκρισίας» (Σιμόπουλος, “Ξένοι ταξιδιώτες…” τ.Β΄). Οι φαναριώτικες οικογένειες δεν μπορούσαν να μείνουν έξω από τον χορό των αλλαξοπατριαρχιών. Ο Μ.Γεδεών μας πληροφορεί πως οι Σούτσοι «κατεβίβασαν του θρόνου τον Καλλίνικον Ε΄, ανεβίβασαν δε (1806) τον (άγιο) Γρηγόριον Ε΄παυθέντα μετά δύο έτη όπως το δεύτερον ανέλθη ο Καλλίνικος παυθείς το 1809, ανθ’ού προσεκλήθη Ιερεμίας…».
Στο βιβλίο του καθηγητή της Νεοελληνικής Ιστορίας και Φιλολογίας στο Παν. της Βιέννης H.Gunnar: «Οικουμενικό πατριαρχείο και ευρωπαϊκή πολιτική» Μορφ. Ίδρ. Εθν. Τραπέζης, περιγράφονται οι περιπέτειες του πατριάρχη Λούκαρι, που είναι αποκαλυπτικές για τον εκκλησιαστικό υπόκοσμο. Το 1612 ο για δεύτερη φορά πατριάρχης Νεόφυτος ο Β΄, ιεράρχης άρπαγας και αδίστακτος που υπέγραψε και έστειλε στον πάπα Καθολική ομολογία Πίστεως, εκτοπίστηκε από τη Σύνοδο στην Ρόδο. Ο πατριάρχης (από τα 29 του) Αλεξανδρείας Κύριλλος (εικ.), που παλινορθώθηκε πέντε φορές, αναλαμβάνει τοποτηρητής. Ο κατά κόσμον Κώστας Λούκαρις, γιός ενός χασάπη και μιας πλύστρας, πρώην μούτσος σε καράβι, που στη Δύση όπου τον έστειλε για σπουδές ο αρχιμανδρίτης Μελέτιος Πηγάς, μεγαλοπιανόταν να κυκλοφορεί στην Πάντοβα ζωσμένος με χρυσό σπαθί, βρήκε μπροστά του τον Πατρών Τιμόθεο και άλλους δεσποτάδες να υπόσχονται στο Μεγάλο βεζίρη να πλειοδοτούν για να πουληθεί ο θρόνος σε κάποιον από αυτούς. Πατριάρχης εκλέγεται ο Πατρών, που προσπαθεί να εξοντώσει τον Λούκαρι. Το 1620 πεθαίνει αιφνιδιαστικά ίσως δηλητηριασμένος από κάποιο ιερωμένο των πατριαρχείων με εντολή του Λούκαρι, που με τη βοήθεια του Ολλανδού πρέσβυ, τον διαδέχεται κληρονομώντας χρέος 15.000 άσπρων.
Ο Λούκαρις (εικ.) λανσάρει για πρώτη φορά την αλαζονική σατραπική μίτρα που ο Βασίλειος Βουλγαροκτόνος χάρισε (11ος αι.) στους πατριάρχες Αλεξανδρείας και που σταδιακά μέσω του Λούκαρη εξαπλώνεται και στον έσχατο επίσκοπο. Φιλοκαλβινιστής ο Λούκαρις, βρίσκεται σε επαφή με τους πρεσβευτές της Ολλανδίας, της Αγγλίας και της Σουηδίας. Το 1629 συντάσσει την περίφημη “Ομολογία” του, κείμενο προσεγγιστικό προς τους Προτεστάντες, στην οποία απορρίπτει το αλάθητο της Εκκλησίας και υποβαθμίζει τους Αγίους. Γίνεται στόχος του Βατικανού, το οποίο χρησιμοποιεί ορθόδοξους κληρικούς. Το 1623, κατηγορείται για συνωμοσία και εξορίζεται στη Ρόδο. Ο μονόφθαλμος μητροπολίτης Αμασείας Γρηγόριος γνωστός ως Στραβοαμασείας, προστατευόμενος του Γάλλου πρεσβευτή, μαζεύει μερικούς επισκόπους και ανακηρύσσεται πατριάρχης συνάπτοντας δάνειο για να πληρώσει το πεσκέσι. Ενώ πήγαινε να συναντήσει το Σουλτάνο η Σύνοδος τον αφόρισε, και εξέλεξε τον φιλοκαθολικό Άνθιμο, στέλνοντας μαντάτο στην Πύλη πως θα πλήρωνε μέσα σε 24 ώρες. Ο Γρηγόριος εξορίστηκε σιδεροδέσμιος στη Ρόδο.
Ο Ολλανδός πρεσβευτής πληρώνει λύτρα για τον Λούκαρι, που εγκαθίσταται στην πρεσβεία και δέχεται την συγγνώμη του Άνθιμου, που μη μπορώντας να καταβάλλει τα οφειλόμενα παραιτείται μετά πατριαρχεία 3½ μηνών. Με τη βοήθεια 60.000 τάλληρων ο Λούκαρις γίνεται ξανά πατριάρχης και εκδικείται.
Τα χρέη του πατριαρχείου ήταν μεγάλα και πάγια διαμοιράζονταν στους επισκόπους που με τη σειρά τους ρήμαζαν το ποίμνιο. Ο Κορίνθου έχασε την έδρα του επειδή δεν μπόρεσε να μαζέψει τα αναλογούντα. Ο Χαλκηδόνος καθαιρέθηκε γιατί είχε συνεργαστεί με τον Αμασείας. Οι απολυμένοι δεσποτάδες ζητούν λεφτά από τη Ρώμη. Τον Μάη του 1632 επειδή πολλοί δεσποτάδες αποπειράθηκαν να τον καθαιρέσουν και στην ανάγκη να τον θανατώσουν, ο πατριάρχης κατέφυγε στην ολλανδική πρεσβεία. Ο νεαρός μητροπολίτης Βεροίας Κύριλλος Κονταρής, χολωμένος που ο Πατριάρχης τού αρνήθηκε την μητρόπολη Θεσσαλονίκης, πήγε στην Μόσχα και συγκέντρωσε λεφτά από εράνους. Βοηθούμενος και από άλλους δεσποτάδες εξαγόρασε Τούρκους αξιωματούχους και αναγορεύθηκε το 1633 πατριάρχης. Ο Λούκαρις αφορίστηκε και, κατέφυγε και πάλι στην ολλανδική πρεσβεία, αλλά ο Κονταρής μη μπορώντας να πληρώσει τα χρέη του, καθαιρέθηκε σε 6 μέρες και εξορίστηκε. Ο Λούκαρις συνήψε δάνειο, πλήρωσε και παλινορθώθηκε. Αφόρισε τον Κονταρή και τον Αμασείας και προκάλεσε πογκρόμ κατά των Καθολικών.
Το 1634 το θρόνο αγοράζει ο Θεσσαλονίκης άγιος Αθανάσιος Πατελάρος (ιερά εικ.), στην τιμή των 70.000 τάλληρων, υποστηριζόμενος από τους Ιησουϊτες και το ναύαρχο Τζαφέρ, αλλά έπεσε σε λιγότερο από μήνα. Επιδίωξε τη βοήθεια του Πάπα, για να επανέλθει στο θρόνο του Το 1635 βρέθηκε στη Βενετία, από όπου κατηγορούσε τον Λούκαρι ως αιρετικό και κατάφερε να ξαναγίνει πατριάρχης για λίγες ημέρες. Επανενθρονίστηκε το 1652 για 15 ημέρες με τη βοήθεια του ηγεμόνα της Βλαχίας. Κατέφυγε στη Ρωσία, όπου ο τσάρος τον ανεκήρυξε άγιο και το κουφάρι του λατρεύεται μέχρι σήμερα ως θαυματουργό, ύστερα από την κομμουνιστική παρένθεση αναδυόμενο από κάποια απόθήκη, το 1990. Ο Λούκαρις ξαναγύρισε δωροδοκώντας με 10.000 τάλληρα, πράγμα που ανέβασε τα χρέη του Πατριαρχείου στις 150.000 ρεάλια. Το 1635, ο Κονταρής πλήρωσε 60.000 άσπρα και κατέλαβε ξανά το θρόνο, φυλακίζοντας για 6 μήνες τον προκάτοχό του. Ένας μητροπολίτης πρότεινε να δηλητηριαστεί ο Λούκαρις ή τουλάχιστον να τυφλωθεί, αλλά ο πρεσβευτής των Αψβούργων Schmid απέρριψε την πρόταση ως απάνθρωπη. Η ιδέα του Κύριλλου Β΄ να φυλακισθεί ο Κύριλλος Α΄ ισόβια στην πρεσβεία απορρίφθηκε και ο πρεσβευτής αντιπρότεινε παράδοση στην Ιερά Εξέταση ή σε καθολικούς πειρατές. Ο Σουλτάνος εξόρισε το Λόυκαρη, αλλά ο Κονταρής δεν είχε τα 1300 τάληρα που ζητούσε ο καπετάνιος για να εκτελέσει τη βρωμοδουλειά. Βρέθηκε ένα δεύτερο καράβι φτηνότερο, επιβιβάστηκε ο εξόριστος μαζί με τον Ρόδου Παχώμιο, ο οποίος θα επέβλεπε την παράδοση του Λούκαρη, αλλά τα σχέδια ναυάγησαν, αφού ο Ολλανδός πρεσβευτής δωροδόκησε με μεγαλύτερο ποσόν τον καπετάνιο που μετέφερε τον Λούκαρη στην Χίο και τον έθεσε υπό την προστασία των εκεί τουρκικών αρχών μέχρι που τον μάζεψε στη Ρόδο ο φίλος του Μπεκίρ πασάς.
Ο Κονταρής αφώρισε τους πατριάρχες άγ. Αθανάσιο και Κύριλλο Α΄, αλλά τα χρέη από τις διαδοχικές αλλαξοπατριαρχίες έτρεχαν και η Πύλη ζήτησε να πληρώσει το πατριαρχείο ένα μέρος του μισθού των στρατιωτών. Στο μεταξύ ο Λούκαρις συνωμοτούσε με τους προτεστάντες, με τους Τούρκους αξιωματούχους και με πλούσιους Έλληνες και πέτυχε να καθαιρεθεί ο Κονταρής. Στον θρόνο ανέβηκε με αντίτιμο 30.000 πιάστρα ο φιλοπροτεστάντης Νεόφυτος Γ΄. Ο Λούκαρις μπορούσε να περιμένει μέχρι ο Νεόφυτος να εξοφλούσε τα υπέρογκα χρέη. Αυτός που δεν όμως δεν είχε υπομονή ήταν ο έκπτωτος Αθανάσιος που σε επαφή με τον πάπα Ουρβανό Η΄ μηχανοραφούσε, φτάνοντας στο σημείο να υπογράψει το καθολικό σύμβολο Πίστης, αντί 1500 σκούδων και της υπόσχεσης πως θα υποστηριχθεί από τους καθολικούς πρεσβευτές να ξαναπάρει τον θρόνο. Όταν διαπίστωσε το μάταιο των κόπων του, συμβιβάστηκε με τον Λούκαρη, ο οποίος του έταξε όταν έπαιρνε την εξουσία την αρχιεπισκοπή Θεσσαλονίκης. Ο δρόμος για την επιστροφή του Λούκαρι θα ήταν ανοιχτός αν δεν έμπαιναν στην μέση οι Άγιοι Τόποι, τους οποίους ο καϊμακάμης χάρισε στους φραγκισκανούς που τον δωροδόκησαν. Ο Αθανάσιος επέστρεψε έχοντας την υποστήριξη του Βατικανού και 4.000 σκούδα. Αλλά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τη θέση του πατριάρχη έπεσε και το όνομα του Κονταρή, μαζί με 12.000 τάλληρα που ζητούσαν οι Τούρκοι για να στηρίξουν αυτή τη λύση. Οι Ρώσοι δωροδόκησαν την Πύλη, και έφερε πάλι τον Λούκαρη στον θρόνο. Ο Νεόφυτος αποσύρθηκε στη Χίο. Ο νέος πατριάρχης, ακολουθησε την εκδικητική τακτική των προκατόχων του, έχοντας εξασφαλίσει το πράσινο φως από τον Σουλτάνο Μουράτ που απηυδησμένος διεμύνησε πως δεν ήθελε να δει άλλον πατριάρχη όσο ζούσε ο Λούκαρης. Ο τελευταίος καθαίρεσε τους αντιπάλους του, Ιωάσαφ Λακεδαίμονος, Βενιαμίν Παροναξίας και Ρόδου Παχώμιο που το έσκασε στην Ιταλία όπου δεν δίστασε να γίνει επίσκοπος των Ουνιτών στο Λιβόρνο. Ο Ιωάσαφ πάλι, πληρώνοντας ένα μεγάλο ποσόν αποκαταστάθηκε στον θρόνο του.
Ο Κονταρής όμως τον Απρίλιο του 1637, με γράμμα του στον πάπα Ουρβανό Η΄, εκφραζόταν ως Ουνίτης και παρακαλούσε τον Πάπα να απαλλάξει την Εκκλησία από τον Λούκαρι. Το 1630 ο μητροπολίτης Χαλκηδόνος Ισαάκ, είχε κατηγορήσει τον Λούκαρη, πως συνωμοτούσε με τους Κοζάκους του Δνείπερου. Τώρα, κάποιος αρχιμανδρίτης Ευθύμιος με την βοήθεια του Κονταρή τον κατηγόρησε για συνωμοσία με την Μόσχα. Το 1638 ο Λούκαρης στραγγαλίσθηκε από γενίτσαρους σε μια ερημική ακτή. Ο Κύριλλος Β΄ πατριάρχης ξανά, έβαλε να ξεθάψουν το πτώμα και να το πετάξουν στη θάλασσα. Φαίνεται πως 18 επίσκοποι, 32 ηγούμενοι και μοναχοί και 12 ιερείς γνώριζαν για τα σχέδια της δολοφονίας του. Ο Κονταρής υπέγραψε στις 15 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς το Καθολικό Σύμβολο της Πίστης. Είχε ήδη χρηματίσει δυο φορές πατριάρχης και τώρα καθαιρέθηκε ξανά και στραγγαλίστηκε το 1640 στην Β.Αφρική, τόπο της τρίτης εξορίας του.
Στην επίσημη Ιστορία μας ο Λούκαρης παρουσιάζεται ως θύμα της τουρκικής θηριωδίας. Ακόμη και ένα καλό σχολικό βιβλίο, η «ιστορία νεότερη» της Β΄Λυκείου, θεωρεί πως: «Ο Λούκαρις στραγγαλίστηκε από τους Τούρκους μετά από ραδιουργίες των Ιησουϊτών». Για τους Ρωμιούς μητροπολίτες, δεν υπάρχει ούτε λέξη.
Οι εξιστορήσεις των ξένων περιηγητών είναι αποκαλυπτικές. Ο Iταλός Cornelio Magni είναι εύγγλωτος: “Όποιος πληρώνει στον Τούρκο περισσότερα φλωριά γίνεται Πατριάρχης…“. Ο ίδιος διασώζει την τυπική προσφώνηση που εξακρίβωσε ότι απευθύνει ο Μεγάλος Βεζύρης στον νέο Πατριάρχη και στην ακολουθία του: “Άπιστα σκυλιά που αλληλοτρώγεστε λυσσασμένα, αυτός είναι ο νέος Πατριάρχης. Προσέξτε μη ξανάρθετε και μου ζητήσετε να τον διώξω κι αυτόν“. Ο Άγγλος γιατρός του λόρδου Βύρωνα Ιούλιος Millingen, έγραψε “Για να εξασφαλίσει ο επίσκοπος την προστασία των τουρκικών αρχών πρόσφερε κάθε χρόνο δώρα με δαπάνες φυσικά του ποίμνιου. Εξαγοράζοντας έτσι την ατιμωρησία μπορούσε να ικανοποιεί ανενόχλητος τις αρπακτικές του επιθυμίες ή αν είχε μεγάλες φιλοδοξίες, να συσσωρεύει πλούτη θα του χάριζαν μια πλουσιότερη έδρα, ακόμα και το πατριαρχικό αξίωμα που δινόταν στον μεγαλύτερο πλειοδότη” (Κ. Σιμόπουλου “Πως είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ‘21 ” τ.Γ΄).
Ο Γάλλος Ντε λα Κρουά που έζησε στην Πόλη, παρατηρεί: “Η αλλαγή των Πατριαρχών είναι τόσο γοργή που εγώ είδα πέντε νέους πατριάρχες να ανεβαίνουν στον θρόνο…Ο ένας αναθεμάτιζε τον άλλο με τόσο σκανδαλώδεις μεθόδους, που ο βεζύρης Ομάρ Κιοπρουλή αναγκάστηκε να τους επιβάλλει σιωπή για να τους κατευνάσει τις έριδες”. Ο ίδιος δίνει λεπτομέρειες της κούρσας που έγινε το 1671 μεταξύ του Παρθένιου του Δ΄ (πέντε φορές πατριάρχης), του πρώην πατριάρχη Διονύσιου Γ΄ Θεσσαλονίκης και του Διονύσιου Δ΄ Λαρίσης (πέντε φορές πατριάρχη), ενός αγριάνθρωπου που πλήρωσε τριάντα πουγγιά στον καϊμακάμη. Ο νικητής γονάτισε μπροστά στον Βεζύρη που πριν του δώσει τον τιμητικό μανδύα του είπε: “Πάρτο, κράτησε το καλά και μην ξοδέψεις ούτε πεντάρα χωρίς λόγο. Και σεις καταραμένα σκυλιά ακούστε: Θα σας κόψω το κεφάλι αν ακούσω τίποτα για σας μέσα σε έξη μήνες“.
Ο Wheler γράφει: “Είναι τόσο φιλόδοξος ο Ελληνικός κλήρος που οι μητροπολίτες αγοράζουν τον πατριαρχικό θρόνο………καταβάλλουν τεράστια ποσά. Και για να τα εισπράξουν καταπιέζουν τους φτωχούς Χριστιανούς“. Ο Ν. Μοσχοβάκης γράφει πως τα επισκοπικά εισοδήματα “εισεπράττοντο υπό των δυστροπούντων δια της βίας” η οποία έφτανε μέχρις αφαιρέσεως οικιακών σκευών και αρότρων από φτωχές οικογένειες”Το εν Ελλάδι Δημόσιον Δίκαιον”. Ο Μ. Ρήτορας του πατριαρχείου Ι.Ζυγομαλάς (16ος αι.), ομολογεί σε κείμενό του δημοσιευμένο από τον Gerlach, πως έπαιρνε 10 χρυσά νομίσματα από τους μητροπολίτες όταν κατάφερνε να τους διορίσει. Πολλοί περιηγητές επισημαίνουν πως τα τεράστια χρέη των πατριαρχών, αναλάμβαναν να μαζέψουν οι αρχιεπίσκοποι και μητροπολίτες φορολογώντας αλύπητα τους πιστούς. Αν το αποτέλεσμα ήταν φτωχό, ο χρεωμένος πατριάρχης που ανυπομονούσε να εξοφλήσει, τους τιμωρούσε με απώλεια της έδρας τους.
Το 1671 ενθρονίζεται ο από Λαρίσης Διονύσιος ο Δ΄, που πήρε την θέση του Παρθένιου. Αυτόπτης ο περιηγητής John Covel: «Καταφθάνουν οι πρώην πατριάρχες με τις ποιμαντορικές τους ράβδους….Παϊσιος, Διονύσιος, Μεθόδιος. Ο Λογοθέτης διαβάζει προκήρυξη κατά του Παρθενίου. Τον αποκαλεί…. «διάβολον κακούργον… τρισκαταραμένο». Οι πρώην πατριάρχες και οι μητροπολίτες κουνώντας τα κεφάλια τους κραύγαζαν «Ανάθεμά τον». Ο Γάλλος πρεσβευτής καθώς και άλλοι Γάλλοι μειδιούσαν. Στη συνέχεια τον αναθεμάτισαν και οι 3 πρώην πατριάρχες και στο τέλος όλοι μαζί ούρλιαζαν πάλι «Ανάθεμά τον». Στη συνέχεια ο Μ.Ρήτορας κολάκεψε τον νέο πατριάρχη, αποφεύγοντας να αναφερθεί στον προηγούμενο από τον φόβο της επιστροφής του, πράγμα όμως που έκανε ένας μητροπολίτης που τον διαδέχθηκε στο βήμα ονομάζοντας τον Παρθένιο «Εωσφόρον», αλλά κάποια στιγμή μέσα στο υβρεολόγιο μπερδεύτηκε. Τον είπε Μεθόδιο, που ακούγοντας το όνομά του έσκυψε κάτω. Παρθένιος τον διόρθωσαν οι άλλοι, «Παρθένιος λέγω» είπε και συνέχισε. Σε λιγότερο από 2 χρόνια πάντως έπεσε κι ο Διονύσιος, που ως λαϊκός και ανηψιός του Διονυσίου Γ΄, είχε προαχθεί από υπάλληλος των πατριαρχείων σε μητροπολίτη Λάρισας. Μετά την πτώση του ανέβηκε με συνωμοσίες ξανά στον θρόνο 3 φορές, βολευόμενος στο μεσοδιάστημα ως δεσπότης πλουσίων μητροπόλεων. Βρήκε πάντως τον χρόνο να συγγράψει επιθετική «Απόκρισιν εις τους Καλβινιστάς» και μετά την τελευταία του εκθρόνιση κατέφυγε στην αυλή του Βλάχου ηγεμόνα Βασσαράβα Βραγκοβάνου.
Το 1752 ο για δεύτερη φορά πατριάρχης Κύριλλος ο Ε΄ εξόριζε αλυσοδεμένους τους φιλοκαθολικούς αρχιερείς. Ο βαρώνος Tott περιγράφει την περιπέτεια του αρχιεπισκόπου Αμασείας Καλλίνικου, που κατέφυγε για να κρυφτεί σ’αυτόν ζητώντας τη μεσολάβηση μιας ανηψιάς του Σουλτάνου για να ξαναπάρει τον θρόνο του. Ο Κύριλλος φορτώθηκε σε ένα καρβουνιάρικο που τον οδήγησε στην εξορία. Ο Καλλίνικος ο Δ΄ ανέβηκε ανέλπιστα τον Ιανουάριο του 1757 στον πατριαρχικό θρόνο, αλλά συνέχιζε να κρύβεται ενώ ο Τούρκος τον έψαχνε για να τον ενθρονίσει. Ακόμη και όταν οδηγείτο στον ναό νόμιζε πως τον πήγαιναν στον δήμιο. Δεν μπόρεσε όμως να σταθεί για πολύ στην θέση του, αφού λειτουργούσε μόνο με την προστασία γενίτσαρων, που χτυπούσαν με ρόπαλα το παρεκτρεπόμενο εκκλησίασμα, που αποδοκίμαζε τον ιερουργό υποστηρίζοντας τον προκάτοχό του, ενώ την ίδια στιγμή ο Καλλίνικος το έστελνε από την Ωραία Πύλη, σύμφωνα με τον Tott, μεγαλόφωνα “σε όλους τους διαβόλους”. Σε κάποια τελετή τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, οι πιστοί κατάφεραν να τον τσουβαλιάσουν έξω από τον ναό κάνοντάς τον του αλατιού και θα τον σκότωναν αν δεν τον έσωζαν οι γενίτσαροι της φρουράς του. Εξορίστηκε από την Σύνοδο στο Σινά. Το 1763 χάνει τον θρόνο του ο σπάταλος μπον βιβέρ πατριάρχης Ιωαννίκιος Γ΄ Καρατζάς, αφού προηγουμένως ως επίσκοπος των Σέρβων είχε πουλήσει την επαρχία του (Ιπεκίου) στον διάδοχό του.
Τα ίδια γινόντουσαν σε όλες τις ορθόδοξες επισκοπές της οθωμανικής επικράτειας, πολλώ μάλλον που οι αλλαγές στην πατριαρχική κορυφή, προκαλούσαν αλλυσιδωτούς τριγμούς και στην αρχιερατική βάση. Σε άρθρο της η εφημερίδα “Αθηνά” (16-5-1836) του Εμμ. Αντωνιάδη στηλιτεύει την πολιτεία των αρχιερέων της Τουρκοκρατίας: “...εάν εξαιρέσωμεν ολίγους τινάς, όλοι οι άλλοι ήσαν δεσπόται, τύραννοι των χριστιανών, εψηφίζοντο…με κολακείας ανδραποδώδεις και με παχείας προσφοράς χρημάτων….εφορολογούσαν ασπλάχνως τα δυστυχή των ποίμνια, επωλούσαν καπηλικώς …την ιεροσύνην…… και όλας …τας τελετάς. Εξέδιδον με βαρείαν χρηματικήν τιμήν τους σκληρούς και απάνθρωπους αφορισμούς, επεριφρόνων την παιδείαν και κατέτρεχον τους πεπαιδευμένους, οσάκις δεν εύρισκον αυτούς….συνηγόρους….των τυραννικών των πράξεων…“. Ο Leak στιγματίζει τον δεσπότη Δημητσάνας που το παλάτι του μοιάζει με κατοικία Τούρκου πασά και που με τις ασωτείες του υπερχρέωσε την επισκοπή του γδέρνοντας το ποίμνιό του τόσο που όταν χηρέψει ο θρόνος δύσκολα θα βρεθεί παπάς να τον αγοράσει. Περί τα μέσα του ΙΖ΄ αιώνα ο αρχιεπίσκοπος Σερβίας Γαβριήλ, επισκέφθηκε την Ρωσία, οπότε κάποιος Μάξιμος κατέλαβε τον θρόνο του. Όταν το 1658 ο Γαβριήλ γύρισε, προσπάθησε να διώξει τον σφετεριστή, αλλά αυτός τον διέβαλε στον βεζίρη Μεχμέτ Κιοπρουλή ότι συνωμοτούσε με τους Ρώσους. Ο Γαβριήλ κρεμάστηκε στην Προύσσα.
Ο Άγγλος απεσταλμένος του Στέμματος Porter (1764), αφού καταγράψει την τρέχουσα ταρίφα των 100.000 πιάστρων για τον πατριαρχικό θρόνο, διηγείται ένα κωμικοτραγικό περιστατικό. Αρχιεπίσκοπος πεθαίνει από συμφόρηση και θρονιασμένος με την μεγάλη στολή του εκτίθεται σε προσκύνημα. Ζωντανεύει-ήταν περίπτωση νεκροφάνειας-και «παπάδες και δεσποτάδες φεύγουν πανικόβλητοι». Ο μητροπολίτης όμως που ήταν επίδοξος διάδοχός του είχε πληρώσει ήδη στην Πύλη 6.000 τσεκίνια. Ο αρμόδιος αγάς αρνείται να του τα επιστρέψει βεβαιώνοντάς του πως του κρατά την θέση γι’αργότερα. Ο αρχιεπίσκοπος όμως «έζησε άλλα δυο χρόνια κι είχε τον καιρό να γελάση με το πάθημα του διαδόχου του, που…έχασε και τα τσεκίνια και τον θρόνο».
Στα 1785, ο μητροπολίτης Αθήνας Βενέδικτος, έπεσε στην δυσμένεια του βοεβόδα. Ο πρωτοσύγκελος Aθανάσιος έπεισε τους κατοίκους να ζητήσουν από την Ασμά Σουλτάνα να διώξει τον Βενέδικτο και να διορίσει τον ίδιο μητροπολίτη. Ο πατριάρχης εξόρισε τον Βενέδικτο στο Αγ.Όρος. Ο τελευταίος όμως, πέτυχε το 1787 με 30 πουγγιά να πείσει τον Άγγλο πρόξενο να ενεργήσει ώστε να εξορισθεί ο Αθανάσιος (Αθ. Κομνηνός Υψηλάντης «Τα μετά την άλωσιν, 1453-1789»-1870). Το 1789 ο Αθανάσιος επανακατέλαβε για λίγο τον θρόνο, αλλά καθαιρέθηκε ξανά. Το 1796 πραγματοποίησε την τελευταία του έφοδο και έγινε ξανά μητροπολίτης διώχνοντας τον Βενέδικτο.
Κύριε Ροΐδη,
Ενώνω την φωνήν μου μαζί με τον κ. Παπανδρέου Γ΄ και καλώ την υστάτην ώραν τον πρόεδρον Ομπάμα, να επισκεφθεί τον πατριάρχην της Οικουμένης, κληρονόμον μιας ιεράς παραδόσεως. Δεν είναι δυνατόν να αρνηθεί όταν κορυφαίαι προσωπικότητες όπως οι Γ.Καρατζαφέρης, Κώστας Δεγρέτσιας-Γλύξβουργ, Σάκης Ρουβάς, Καλομοίρα και διάσημοι ποδοσφαιρισταί συγκαταλέγονται μεταξύ των vips επισκεπτών Tου.
Αναρτήθηκε στις «Ιερές» Αταξίες, «Ιερές» Υποκρισίες, «Ιερή» Εξουσία, Γράμμα από το Ληξούρι | 12 σχόλια »